- ἵεσαι
- ἵημιJa-c-iopres ind mp 2nd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αναθυμούμαι — και αναθυμάμαι ( άσαι, άται), και αναθυμιέμαι ( ιέσαι, ιέται), θυμήθηκα, μτβ. 1. θυμούμαι κάποιον ή κάτι: Χθες σας αναθυμηθήκαμε. 2. θυμούμαι κάτι με πόθο: Αναθυμήθηκα μπακαλιάρο με σκορδαλιά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)